sirokolevantes

sirokolevantes
Sirokolevantes
Μη κερδοσκοπικό Blog SIROKO LEVANTES. Ειδήσεις από τον κόσμο την Ελλάδα, και την καθημερινότητα της πόλης, με ανιδειοτέλεια, αποφασιστικότητα, με απόλυτη ειλικρίνεια, δημοκρατικά και με όλους σας αρωγούς και συνεργάτες. Οφείλουμε να αγωνιστούμε για καλύτερες ημέρες στην πόλη μας.Παρακολουθείτε καθημερινά το Blog SIROKO LEVANTES.Σας παρέχει πληρέστερη και αντικειμενική ενημέρωση.Μάθετε περισσότερα κάνοντας κλικ στην σελίδα ο ασυμβίβαστος.Σήμερα που σαπίζει ο κόσμος,κι η ατιμία κι ο συμβιβασμός εξευτελίζουν και τις πιο γενναίες ψυχές, μια μονάχα τακτική είναι πρακτική και συμφέρει. Να'σαι ανένδοτος. -Καζαντζάκης-

Πέμπτη 10 Οκτωβρίου 2013

Το κομπιούτερ του Στουρνάρα




Γράφει ο Ηλίας Τσάκαλος.
*Το χρόνογράφημα αφιερώνεται στον στον Πάνο τον Σούρα τον ιδεολόγο κομμουνιστή που γνώρισα νήπιο σχεδόν στις φυλακές της Λευκάδας
Είχα από βραδύς δει ένα όνειρο. Είδα πως  ήρθε και με βρήκε να ψαρεύω στον αυλάκι του Πύργου χέλια  με γοβίδι  ο Τάσος ο Σούρας . Με σίμωσε με το πριαράκι  του και μου είπε :

-τι κάνεις αυτού ;
-Ψαρεύω.
-τι ψαρεύεις;
-Χελομάνες. Είναι ανοιχτά τα Ιβάρια και έχει γιομίσει ο Πύργος χελομάνες.
- παράτα τα και κατέβα στην Εφορία σε ζητάει ο Μπουχέσας.
-Ποιος Μπουχέσας;
- Ξέρεις εσύ ποιος , ο Βοϊδοκέφαλος .
-Τι λες μωρέ; Τι να με κάμει εμένα ο Βοϊδοκέφαλος; Το πτυχίο της Νομικής το πήρα πριν γίνει καθηγητής. Με το κόμμα του δεν είμαι. Με το Κράτος του δεν είμαι.  Πες του να πάει να κάνει  φακ μπίζνες.
-Μωρέ σε περιμένει και σου έχει και ένα δωράκι καλό.
-Καλό σε μένα. Από το Βοϊδοκέφαλο Κράτος του Μπουχέσα; Δεν μας παρατάς Σούρα. Πλάκα βρήκες να μου κάνεις τέτοια ώρα εδώ που ήρθα να ησυχάσει το μυαλό μου από τις μαλακίες τους καθενός.
- Όχι και έλα αύριο πρωΐ  στην Εφορία να πάρεις το δωράκι σου.
Πρέπει να βρισκόμουνα στα πρώτα χρόνια της μετά την εισβολή του πράσινου σοσιαλισμού εποχής. Δεν υπήρχαν τα φώτα της μαρίνας, δεν υπήρχε η σκοτεινή γραμμή των Κάτω Αλυκών, πέρα αναβόσβηνε το φανάρι του Μελεούνη και πιό κοντά μου η σπίθα του Αζόερα. Ναι κάπου εκεί πρέπει να ήμουνα χρονικά γιατί  είχα τσιγάρα πάνω μου και τα μουστάκια μου ήταν κοκκινόμαυρα. Έβλεπα πως καθόμουν βολικά στην βαρκούλα μου . Έριξα τα καλαμίδια μου . Άναψα το τσιγαράκι μου. Φχαριστήθηκα το  φεγγάρι  μπόμπα πάνω από τον σκοτεινό όγκο της Λάμιας  και σκέφτηκα, όπως πάντα, κοίτα μαλακία που είναι η αυτή η ζωή, όλη αυτή την μαγεία την χάνεις, λες κι ο κόσμος όλος  βρίσκεται μόνο στα μάτια σου και πουθενά αλλού….Τράβηξα μια βαθειά ρουφηξιά και σκέφτηκα τι μαλακία είναι να σκέφτεσαι και να μην ακούς τα τριζόνια του Καλιγωνιού που διακόπτονται  κάπου-κάπου από τα πλατσουρίσματα των κουτρουλιάνων και τα μακροβούτια των ποντικιών  στο νερό, να ακούς τα  κουδούνια από τα πρόβατα της Πλαγιάς  που βόσκουν αθώα για την σφαγή τους. Να ακούς και να βλέπεις μέσα στην φεγγαράδα της πανσέληνου που  η Φύση είναι λες και βγαίνει απ΄ την κλινική  του Ήλιου, χλωμή και άχρωμη. 
Ήμουν σαν σε όνειρο. Χαμένος μέσα στην απεραντοσύνη των μικρών στιγμών του φεγγαρόφωτος. Ενωμένος με την απόλυτη φύση που καθόριζε την  ευτυχία των στιγμών μου στην απόλυτη  σιωπή τους.
Κρρρ. Το καρούλι. Σφίξε λίγο το φρένο βλάκα, χωρίς να το πας τέρμα, να μπορεί να τραβήξει  το ψάρι, να έχει τράτο να παίρνει τονιά και γύρνα το καρούλι του μηχανισμού να ξεκινήσει  η πάλη μέχρι να μπει στην πόχα . Σηκώθηκε το καλάμι  και η ροκέλα του μηχανισμού άρχισε να δουλεύει. Από το λύγισμα και το βαθύ τράβηγμα  φαίνονταν ή χέλι ή δρόγκος χοντρός. Έκανε μεγάλες περατζάδες. Πέρα –δώθε. Πέρα δώθε. Έρχονταν . Δεν έκανε πίσω. Χέλι εκατό τα εκατό. Βαρύ. Χοντρό, Χελομάνα. Ώσπου ξενέρωσε. Χελομάνα χοντρή, κοντή, δυνατή. Γκαβάτσα. Σα να λέμε πράμα πρώτο για ψήσιμο. Τη σίμωσα , την έβαλα μέσα, την ξεδόλωσα και πήγα να την βάλω στο καλάθι. Εκεί το όνειρο χάθηκε. Πουθενά ο Πύργος. Πουθενά ο Τάσος. Πουθενά η γκαβάτσα. Πουθενά το καλάθι. Πουθενά  ο Καραμανλοπαπανδρεϊκός  Κρατικός Σοσιαλισμός. Στο κρεββάτι μου ώρα  έξη το πρωΐ με μια μέρα μπροστά μου.
Ξημέρωνε ο Θεός Δευτέρα. Σήμερα  έχει Ειρηνοδικείο. Σήμερα πρέπει να πληρωθεί  δικαστικό ένσημο. Δεν πάω να τακτοποιήσω και την δόση μου στο δοσατζίδικο κράτος που με κυβερνά;  σκέφτηκα.
Αποφάσισα λοιπόν να πληρώσω και το δικαστικό ένσημο για τις υποθέσεις μου και την δόση μου στο κράτος του Στουρνάρα και σία ( δεν την πατάω πρωθυπουργός είναι αυτός που κουβεντιάζει τα οικονομικά με τους δανειστές τους . Αυτόν εμπιστεύονται κι ας μην εκλέχτηκε. Ίσα-ίσα επειδή δεν εκλέχτηκε τον…εμπιστεύονται!!!!).
Αφού τελείωσαν οι υποχρεώσεις μου στο δικαστήριο πήγα στην Εφορία.
Καβάλησα το κίτρινο ποδήλατο. Έπιασα τον δρόμο του Μώλου. Πέρασα από  την πρώτη μου γειτονιά, εκεί που πρωτόκανα πιπί στην θάλασσα. Πέρασα τα μπαράκια της νεολαίας και του καλοκαιριού. Πάνω από το τελευταίο  καφέ-μπαρ η κυρία Εφορία, που μου έλεγε μια γριά  τζάτζω ή η δεσποινίς ΔΟΥ, που μου είπε μια σύγχρονη νυχάτη κυρία της επαρχιακής αριστοκρατίας.
Το ασανσέρ κλειστό λόγω οικονομίας. Οι σκάλες στενές για οικονομία χώρου. Τις ανεβαίνεις σκουντώντας εκείνους που κατεβαίνουν. Φτάνεις στον πρώτο όροφο. Έχουν γουρλώσει τα μάτια σου από την προσπάθεια. Αέραααα. Πηγαίνεις στην άλλη άκρη  για να δεις τις βάρκες που κουνιώνται, την απλωσά του Ιβαριού, το δρόμο του Κάστρου, τις πέτρες απ΄ το τούρκικο υδραγωγείο (το έφκιαξε ο ερωμένος του Παργινού  σουλτάνος  Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής και το πλήρωσε ο κατασκευαστής του με το κεφάλι του, γιατί έκανε οικονομία και δεν χάλασε τα χρήματα  που διέθεσε ο σουλτάνος και επομένως το έργο δεν ήταν σωστό- αποδείχτηκε ότι ο σουλτάνος είχε δίκιο, γιατί έπεσε από σεισμούς , ενώ δεν έπεσε ποτέ το γιοφύρι της Άρτας!!) που λιάζουν τα φτερά τους οι καραμπλάκες, το Κάστρο , το Πέραμα, τα Διαβασίδια, ο Άη-Νικόλας των  συνεχόμενων λοιμών και του Σικελιανού, η γαλάζα θάλασσα που, λεύτερη κι αναλίωτη τόσους αιώνες, πάει κι έρχεται σεινάμενη και κουνάμενη κοροϊδεύοντας την ανθρωπότητα  ολάκερη που χάνεται στο χρόνο γενιά στην γενιά.
Αααα. Πήρα αέρα του Ιβαριού, με μυρουδιά σαπισμένου φυκιού!! Οι γλάροι πετάνε χαρούμενοι και κοροϊδευτικά κράζουν σαν δουν ανθρώπους και ψάρια. Φ’χαριστήθηκα τόσο. Οι γλάροι με ευχαρίστησαν πολύ, μου άρεσαν τα φτερά τους και ο βλέμμα τους. Μπορώ τώρα πλέον, γεμάτος χαρά και αγαλλίαση για το εξωτερικό περιβάλλον του μαγαζιού,  να εκπληρώσω τις υποχρεώσεις μου στο Έθνος  και την Κυβέρνησή του. Πάω κατευθείαν για την δόση μου. Δεν έχει σημασία  δόση είναι ή την παίρνεις ή την δίνεις, δόση είναι και πρέπει να  είσαι σχεδόν συνεπής στην ώρα και την ποσότητα.
Πόρτα ανοιχτή. Κόσμος και κοσμάκης με χαρτιά στα χέρια και φάτσες άλλες περήφανες, άλλες κλαμένες, άλλες μουλωχτές, άλλες ύπουλες, άλλες νεόπτωχων, άλλες πτωχών, άλλες πτωχευμένων, άλλες που είχαν και έδιναν, άλλες που είχαν και δεν έδιναν. Η κάθε φάτσα είχε το χρωματισμό της. Την ιδιορρυθμία της., την σκέψη της , την φτώχεια της, το ρυθμό της. Να πάρει ο διάολος κανένας δεν έμοιαζε με τον άλλον. Όλοι μοιάζαμε με λευκούς.  Κανένας μα κανένας δεν έμοιαζε με δούλο . Όλοι είμαστε δούλοι, υπόδουλοι και προσκυνημένοι  σε κάποια δύναμη που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε  και να αντισταθούμε. Όλοι μοιάζαμε με γκόμενες  φρεσκοπλυμένες που δεν ήθελαν αλλά κάθονταν κοτούλες  σε κάποιους που δεν είχαν ονόματα , μορφή , σχήμα , σάρκα και οστά. Σε έναν αέρα κενό που το έλεγαν «η κυβέρνηση είπε, Η βουλή αποφάσισε, Ο υπουργός ζητάει, η ρύθμιση είναι αυτή, ο Νόμος το λέει» και επομένως πρέπει να καθόμαστε προσοχή να μην βγάζουμε άχνα και να στήνουμε κώλο.
Κι ενώ  έκανα πως σκεφτόμουνα και παρατηρούσα τα πάντα ακούγεται μια φωνή γυναικεία:
-Κύριε  Δικηγόρε πλησιάστε παρακαλώ.
Πλησιάζω. Ένα γλυκό κοριτσάκι με κοιτούσε μέσα από τα γυαλάκια του.
-παρακαλώ , είπα ευγενέστατα
- κύριε έχετε επιστροφή φόρου.
-εγώ;
-ναι εσείς. Θέλετε να εισπράξετε το αναγραφόμενο ποσόν;
- Είναι να ρωτάς; Είπα .
-Πάρτε τα χαρτιά σας και πηγαίνετε στον κύριο Μεσσήνη.
Πήρα κάτι χαρτιά με γραμμές μπλέ και άσπρες και πήγα  στον κύριο Μεσσήνη. Νάτο το όνειρο είπα. Με έστειλαν στον Τάσο τον Σούρα να εισπράξω την επιστροφή του φόρου. Ωραία. Θα την εισπράξω . Θα καταβάλω την παρούσα δόση και θα καλύψω δύο επόμενες άρα  Οχτώβρη και Νοέβρη δεν θα πατήσω εδώ απάνω. Γλύτωσα για τρεις μήνες. Καλά Χριστούγεννα πλέον. Θα τους φέρω και κουτσούνα, θα τους πω και τα κάλαντα, είμαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια. Επιστροφή φόρου!! Αυτή κι αν είναι χελομάνα. Γειά σου ρε Τάσο με τα ωραία σου. Να που χρειάζονται και τα όνειρα στη ζωή. Κάθισα στην σειρά και περίμενα υπομονετικά να βρεθώ μπροστά στον γκισέ. Τέλος πάντων κάποτε τα κατάφερα.
-Μπονζούρ μεσιέ  Τάσο
-Καλημέρα κύριε Τσάκαλε. Παρακαλώ;
-Κόψε αυτά τα διπλότυπα δικαστικών ενσήμων και στην συνέχεια τα λέμε.
Ο Τάσος είδε τα ριγωτά χαρτιά, με κοίταξε σχεδόν κοροϊδευτικά και μου είπε
-Ω Βλέπω κύριε έχετε επιστροφή. Σπουδαίο. Μπράβο σας.
Μου ήρθε να τον πνίξω, αλλά σκέφτηκα ότι δεν με συμφέρει γιατί θα τον χάσω και στον ύπνο και στον ξύπνο μου.
-Τάσο τακτοποίησέ με.
Ο Τάσος έκοψε τα διπλότυπα , με κοίταξε πάλι κοροϊδευτικά , χαμογέλασαν μέχρι  και τα κόκκινα με άσπρες τρίχες γένια του και μου είπε:
-Τώρα θα δεις τι έχεις να πάθεις.
-Τάσο κόψε αυτή τη δόση και από την επιστροφή κάλυψε τις δόσεις  του Οκτωβρίου και του Νοεμβρίου. Τα Χριστούγεννα θα σας ξαναδώ.
Ο Τάσος  με κοίταξε με τέτοιο τρόπο που αισθάνθηκα βλάκας , ήταν σαν μου έλεγε “η κούνια που σε κούναγε κακομοίρη μου από μας δεν γλυτώνεις”. Μου απάντησε όμως σαν μοντέρνος δημόσιος υπάλληλος.
-Να δούμε, τι γράφει το κομπιούτερ.
Νομικός εγώ , δικηγόρος πα να πει, του απάντησα
-τι να πει το κομπιούτερ ; ότι λέει ο Νόμος ισχύει.  Δεδομένου ότι  δεν είμαι υπερήμερος περί την καταβολή των δόσεων , η διοίκηση υποχρεούται στην άμεσο επιστροφή του επί πλέον καταβληθέντος φόρου, τουτέστι κάλυψε Τασούλη τις δόσεις  Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου.
Αμ δε! Ο Τάσος έβαλε τα δεδομένα του ριγωτού χαρτιού στο κομπιούτερ το οποίο άκαρδα  ρούφηξε όλο το ποσό των επιστροφών και έκανε μόνο του  νέο λογαριασμό των δόσεων κατανεμημένων στις ίδιες ημερομηνίες, αλλά με μικρότερα ποσά. Και το χειρότερο με υποχρέωνε άμεσα να καταβάλλω την δόση του Σεπτεμβρίου, άλλως με έκρινε υπερήμερο!!!! Καθαρή δουλειά δοσατζή και τοκογλύφου.
Ο Τάσος  αναγκάστηκε να μου απαντήσει με χαμόγελο δημοσίου υπαλλήλου.
-Κύριε Δικηγόρε το κομπιούτερ εφαρμόζει τους Νόμους του Κράτους, έτσι είναι  τα πράγματα και  έτσι θα πάμε.
Προσπάθησα να του αναλύσω τα πράγματα. Τίποτε αυτός.
-Έτσι θέλει το κομπιούτερ που θα πει έτσι θέλει το Κράτος και οι Νόμοι εγώ δεν μπορώ να σου κάνω τίποτε.
Θύμωσα. Φώναξα, Είπα χίλια δύο. Έφτασα να γίνω σουλτάνος με απίθανους έρωτες σε απίθανα πρόσωπα του παρόντος και του παρελθόντος. Δέχτηκα στο τέλος ότι  το Κομπιούτερ είναι το Σύνταγμα, οι Νόμοι του Κράτους και το Κράτος είναι το κομπιούτερ του  Στουρνάρα  και ο Στουρνάρας είναι  ο Υπουργός της Κυβέρνησης  και η Κυβέρνηση είναι  η εκλεγμένη από το Λαό και ο Λαός ανήκει  στο Έθνος και το Έθνος είναι υπόδουλο στην Ευρώπη  από τότε που ο κοντός την έβαλε  στην νομισματική ένωση.
Άρα και συμπέρασμα : την ώρα που θα έβαλα το χέλι στο καλάθι μου ξέφυγε και έπεσε στην θάλασσα .
Αχ βρε τι το ήθελα το όνειρο, τι το ήθελα το ψάρεμα, τι το ήθελα το χέλι….. ένα  μπαστούνι χρειάζεται να δεις πως έμπαινε το χέλι  στο καλάθι. Μία στο κεφάλι και στο τόπο το Κομπιούτερ!!!!
** Η φωτογραφία  του Πύργου είναι της Ιωάννας Τσάκαλου